Παρασκευή 7 Αυγούστου 2020

Ο καθηγητής Ιωαννίδης προειδοποίησε για «το φιάσκο του αιώνα» και είχε δίκιο



Σε ένα άρθρο στις 17 Μαρτίου, ο Ιωαννίδης προειδοποιούσε ότι ο πλανήτης αντιμετώπιζε κάτι που θα μπορούσε να αποδειχθεί ως «το φιάσκο του αιώνα».


Του Jon Miltimore

Απόδοση στα Ελληνικά: Νίκος Μαρής

Την περασμένη Πέμπτη, ένας αξιωματούχος της υγείας στη Florida δήλωσε σε ένα τοπικό πρακτορείο ειδήσεων ότι ένας νεαρός άνδρας που είχε καταχωρηθεί ως θύμα του COVID-19 δεν είχε υποκείμενα νοσήματα.

Η απάντηση εξέπληξε τους δημοσιογράφους, οι οποίοι αναζήτησαν περισσότερες πληροφορίες.

«Πέθανε σε ατύχημα με μοτοσικλέτα», διευκρίνισε ο Δρ Raul Pino. «Θα μπορούσατε στην πράξη να υποστηρίξετε ότι ίσως να ήταν ο COVID-19 που τον έκανε να τρακάρει. Δεν ξέρω τι συμπεραίνετε εσείς επ’ αυτού.»

Το ανέκδοτο αυτό είναι ένα σπαρταριστό παράδειγμα μιας πραγματικής διαμάχης που έχει εμπνεύσει μερικά πνευματώδη memes : πώς πρέπει να ορίζεται ένας θάνατος από COVID-19;

Ενώ το ερώτημα είναι σημαντικό, τέτοια περιστατικά μπορεί να είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου σχετικά με την αναξιοπιστία των δεδομένων για τον COVID-19.

Τον Μάιο, ένας δημόσιος ραδιοφωνικός σταθμός στο Μαϊάμι αποκάλυψε αυτό που σύντομα έγινε το θέμα συζήτησης σε ολόκληρη τη χώρα. Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) είχαν συναθροίσει τα τεστ αντισωμάτων στον ιό και τα τεστ ανίχνευσης του ιού, αλλοιώνοντας έτσι τις βασικές μετρήσεις που χρησιμοποιούν οι νομοθέτες για να προσδιορίσουν εάν πρέπει να ανοίξουν εκ νέου τις οικονομίες τους.

Την ιστορία πήρε σύντομα το NPR, το οποίο απευθύνθηκε σε έναν επιδημιολόγο, που καταδίκασε την πρακτική.

«Η αναφορά τόσο των τεστ παρουσίας αντισωμάτων όσο και των τεστ ανίχνευσης του ιού μαζί, στην ίδια κατηγορία δεν είναι η αρμόζουσα, καθώς αυτοί οι δύο τύποι τεστ είναι πολύ διαφορετικοί και μας λένε διαφορετικά πράγματα», δήλωσε στο NPR η Δρ Jennifer Nuzzo από το Κέντρο Ασφάλειας Υγείας Johns Hopkins.

Σύντομα ακολούθησε η The Atlantic με ένα άρθρο που εξηγούσε ότι η υπηρεσία CDC σκιαγράφησε μια ανακριβή εικόνα της κατάστασης της πανδημίας. Η πρακτική αυτή, ανέφεραν οι αρθρογράφοι, καθιστούσε δύσκολο το συμπέρασμα για το εάν περισσότεροι άνθρωποι ήταν πραγματικά άρρωστοι, ή απλώς είχαν αποκτήσει αντισώματα από την καταπολέμηση του ιού.

Οι ειδικοί της δημόσιας υγείας δεν εντυπωσιάστηκαν .

«Πώς μπόρεσε το CDC να κάνει αυτό το λάθος; Πρόκειται για αλαλούμ», δήλωσε ο Ashish Jha, καθηγητής  παγκόσμιας υγείας στο Χάρβαρντ και διευθυντής του Harvard Global Health Institute.

Κατά κάποιον τρόπο το «αλαλούμ» δεν αποτελούσε έκπληξη. Δύο εβδομάδες νωρίτερα, η Δρ Deborah Leah Birx, η συντονίστρια της ειδικής ομάδας του Λευκού Οίκου για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού, φέρεται να ξάφνιασε τον οργανισμό σε μια συνάντηση, λέγοντας «δεν μπορώ να εμπιστευτώ τίποτα από το CDC.»

Οι ανησυχίες της Birx σχετικά με τα δεδομένα του CDC δεν άμβλυναν τις ανησυχίες για πιθανή χειραγώγηση δεδομένων. Οι New York Times υπέθεσαν ότι ίσως η υπηρεσία είχε επιδιώξει «να φουσκώσει τους αριθμούς των τεστ για πολιτικούς σκοπούς». Η Texas Observer αναρωτήθηκε αν η πολιτεία «διογκώνει τους αριθμούς των τεστ για τον COVID, συμπεριλαμβάνοντας τα τεστ αντισωμάτων.»

Λαμβάνοντας υπόψη τους, μερικές φορές γελοιωδώς ανακριβείς, κομπασμούς του Προέδρου Τραμπ για τις δυνατότητες της Αμερικής στη διενέργεια τεστ, ίσως τέτοια ερωτήματα δεν είναι αδικαιολόγητα. Αρκετοί άνθρωποι που μίλησαν στους Times ανέφεραν ότι η απάντηση ήταν απλούστερη, αποδίδοντας το ελαττωματικό σύστημα σε «σύγχυση και κόπωση των υπερβολικά καταπονημένων πολιτειακών και τοπικών υπηρεσιών υγείας».

Εάν η χειραγώγηση των δεδομένων ήταν το κίνητρο, οι αρχιτέκτονες του τεχνάσματος αυτού επρόκειτο να δεχτούν ένα ηχηρό χαστούκι από την ίδια την πραγματικότητα. Οι αριθμοί των τεστ σημείωσαν άνοδο, αλλά το ίδιο συνέβη και με τους αριθμούς των κρουσμάτων. Η άνοδος στα τέλη Ιουνίου και όλο τον Ιούλιο προκάλεσε νέους φόβους για ένα δεύτερο κύμα, περισσότερα lockdown, και περισσότερες κατηγορίες ότι η Αμερική έκανε κακή διαχείριση της πανδημίας. (Η αύξηση των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων ήταν το αποτέλεσμα τόσο της αύξησης των διενεργούμενων τεστ, συμπεριλαμβανομένων των τεστ αντισωμάτων, όσο και της επανεμφάνισης του ιού.)

Οι εντάσεις μεταξύ του Λευκού Οίκου και της υπηρεσίας του για την καταπολέμηση του ιού επανεμφανίστηκαν την περασμένη εβδομάδα, όταν η κυβέρνηση Tραμπ αφαίρεσε από το CDC τον ρόλο του στη συλλογή δεδομένων σχετικά με τις νοσηλείες για COVID-19.

Ένα ιστορικών διαστάσεων φιάσκο δεδομένων;

Είναι δύσκολο να διαβάζει κανείς κείμενα για το δράμα, την ανικανότητα και τη σύγχυση που επικρατεί αυτή την εποχή, χωρίς να σκεφτεί τον Δρ Ιωαννίδη, τον πρόεδρο του Κέντρου Rehnborg για την Πρόληψη Νοσημάτων στο Πανεπιστήμιο του Stanford.

Σε ένα άρθρο για το STAT στις 17 Μαρτίου, ο Ιωαννίδης προειδοποιούσε ότι ο πλανήτης αντιμετώπιζε κάτι που θα μπορούσε να αποδειχθεί ως «το φιάσκο του αιώνα». Ανησυχούσε ότι οι κεντρικοί σχεδιαστές προχωρούσαν σε σαρωτικές και απερίσκεπτες αλλαγές χωρίς να διαθέτουν επαρκή δεδομένα.

Το κλείδωμα ανθρώπων στα σπίτια τους χωρίς να είναι γνωστή η θνητότητα του COVID-19 θα μπορούσε να έχει σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες, που θα μπορούσαν να αποδειχθούν εντελώς παράλογες, προειδοποιούσε ο Ιωαννίδης.

«Είναι σαν ένας ελέφαντας που δέχεται επίθεση από μια κατοικίδια γάτα, αγχωμένος και προσπαθώντας να αποφύγει τη γάτα, πηδά από έναν γκρεμό και σκοτώνεται», δήλωσε ο Ιωαννίδης, ο οποίος συγκαταλέγεται ανάμεσα στους επιστήμονες με τις περισσότερες επιστημονικές αναφορές στο έργο τους, παγκοσμίως.

Από μία άποψη, έχει ήδη αποδειχθεί πως ο Ιωαννίδης είχε δίκιο. Τα μοντέλα στα οποία βασίστηκαν οι καραντίνες έχει ήδη αποδειχθεί ότι περιείχαν σφάλματα αστρονομικών διαστάσεων. Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο παράδειγμα.

Κάθε μέρα φαίνεται ότι υπάρχει και μια νέα ιστορία λανθασμένων στοιχείων ή ανοργανωσιάς.

Την Τρίτη ήταν ένα εργαστήριο στο Κονέκτικατ, όπου οι ερευνητές δήλωσαν ότι ανακάλυψαν ένα ελάττωμα σε ένα σύστημα τεστ για τον ιό. Το ελάττωμα είχε ως αποτέλεσμα 90 άτομα να λάβουν ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Αυτός ο αριθμός μπορεί να μην ακούγεται μεγάλος, αλλά οι ερευνητές δήλωσαν ότι το τεστ χρησιμοποιείται από εργαστήρια σε όλη την Αμερική.

Λίγες μέρες νωρίτερα, ανακοινώθηκε ότι το Τέξας είχε αφαιρέσει 3.484 κρούσματα από τον αριθμό των θετικών στον Covid-19 αποτελεσμάτων, επειδή το Τμήμα Υγείας του Σαν Αντόνιο μίλησε για «πιθανά» κρούσματα. Κανένας από τους ανθρώπους εκείνους δεν είχε βγει στην πραγματικότητα θετικός στον COVID-19.

Δεν γνωρίζουμε πόσα νέα κρούσματα είναι στην πραγματικότητα πιθανά κρούσματα κι όχι επιβεβαιωμένα θετικά, αλλά ξέρουμε ότι είναι πολλά. Αυτό συμβαίνει επειδή τον Απρίλιο, το CDC άλλαξε τον τρόπο καταγραφής του για να συμπεριλάβει άτομα που δεν είχαν επιβεβαιωθεί θετικά στον ιό, αλλά μπορεί να τον είχαν. (Τα κριτήρια του CDC για αυτό που χαρακτηρίζεται ως πιθανό κρούσμα είναι κάτι παραπάνω από συγκεχυμένα.)

Όπως σημείωσε το Associated Press, η αλλαγή έγινε λόγω της επίγνωσης ότι «οι θάνατοι θα μπορούσαν σύντομα να εκτιναχθούν, επειδή οι ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι της υγείας θα προσμετρούν τώρα ασθένειες που δεν επιβεβαιώνονται από εργαστηριακές εξετάσεις».

Το μόνο πράγμα στο οποίο όλοι συμφωνούν

Ο COVID-19 ήταν κάθε άλλα παρά ο πιο θανατηφόρος ιός στη σύγχρονη ιστορία, αλλά υπήρξε ο πιο διχαστικός. Το κοινό, οι πολιτικοί, οι εμπειρογνώμονες, και οι αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας συνεχίζουν να διαφωνούν για το πόσο θανατηφόρος είναι, και για το ποιος είναι καλύτερος τρόπος να τον περιορίσουν.

Αλλά το μόνο πράγμα στο οποίο όλοι συμφωνούν είναι πως οι αριθμοί που έχουμε – θάνατοι και κρούσματα – είναι τρομερά λανθασμένοι. Μια νέα έκθεση του CDC εκτιμά ότι τα ποσοστά φορέων του COVID-19 είναι περίπου 10 φορές υψηλότερα από αυτά που έχουν αναφερθεί. Ο Ιωαννίδης τοποθέτησε το νούμερο ακόμη ψηλότερα, υπολογίζοντας, εβδομάδες πριν, ότι 300 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν ήδη μολυνθεί παγκοσμίως.

Οι θάνατοι είναι ακόμα πιο περίπλοκοι.

Οι New York Times αναφέρουν ότι οι θάνατοι από τον COVID-19 έχουν υποτιμηθεί σε μεγάλη κλίμακα. Ο Δρ Ashish Jha, μιλώντας με τον Lawrence O’Donnell στο MSNBC, συμφώνησε , λέγοντας ότι οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι υπάρχει μια «σημαντική υπο-καταμέτρηση».

Άλλοι, συμπεριλαμβανομένου σχεδόν του ενός τρίτου των Αμερικανών, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, πιστεύουν ότι ο αριθμός των θανάτων από τον COVID-19 είναι διογκωμένος. Αυτό περιλαμβάνει γιατρούς που δηλώνουν ότι οι εργαζόμενοι στην υγεία πιέζονται από τους υπεύθυνους των νοσοκομείων να προσθέτουν τον κορωνοϊό ως αιτία θανάτου.

Γράφοντας στο American Mind , ο Angelo Codevilla υποστήριξε πρόσφατα ότι εάν το CDC είχε χρησιμοποιήσει το ίδιο κριτήριο για τον ιό SARS με αυτό που χρησιμοποιεί τώρα για τον COVID-19 – κυρίως το «σύνδρομο σοβαρής και οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας» – οι συνολικοί θάνατοι από COVID στις ΗΠΑ θα ήταν μόλις 16.000 έως τον Ιούνιο.

Κανείς δεν γνωρίζει τον πραγματικό αριθμό, φυσικά. Ωστόσο, το μόνο πράγμα στο οποίο φαίνεται να συμφωνούν η αριστερά και η δεξιά είναι ότι τα δεδομένα που έχουμε είναι σκουπίδια. Και όμως, το μάθημα που συνεχίζουμε να ακούμε είναι «εμπιστευτείτε τους ειδικούς»

«Ακολουθήστε την επιστήμη. Ακούστε τους ειδικούς. Κάντε ό,τι σας λένε,» δήλωσε ο υποψήφιος Πρόεδρος των ΗΠΑ Joe Biden τον Απρίλιο.

Όμως, στοχαστές τόσο διαφορετικοί όσο ο Matthew Yglesias του Vox έως τον συγγραφέα Matt Ridley, έχουν επισημάνει τους κινδύνους της τυφλής υπακοής στους «ειδικούς», ιδιαίτερα όταν έχουν αποδειχθεί εντυπωσιακά λανθασμένοι, ήδη από τις πρώτες μέρες της πανδημίας του COVID-19.

«Είναι επικίνδυνο να βασίζεσαι πάρα πολύ σε μοντέλα, τα οποία οδηγούν τους πολιτικούς στο να κλειδώσουν την κοινωνία και να καταστρέψουν τη ζωή των ανθρώπων», δήλωσε πρόσφατα ο Ridley στον John Stossel.

Ο Ridley έχει ένα δίκιο. Οι ειδικοί δεν μπορούν να συμφωνήσουν ούτε για τους δικούς τους αριθμούς, ή ακόμη και να απαντήσουν με σαφήνεια για το εάν ένας άντρας που πέθανε σε ατύχημα με μοτοσικλέτα ενώ είχε προηγουμένως μολυνθεί, θα πρέπει να καταχωρηθεί ως θύμα του COVID-19.

Υπό το πρίσμα αυτό, ίσως είναι πια καιρός να δείξουν οι ειδικοί κάποια ταπεινοφροσύνη και να αρχίσουν να προσφέρουν καθοδήγηση, αντί να υποστηρίζουν τη συλλογική τυφλή βία της κρατικής εξουσίας.

 

***

Ο Jonathan Miltimore είναι διευθυντής σύνταξης στην Ιστοσελίδα FEE.org. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό TIME, στην Wall Street Journal, στο CNN, στο Forbes, και στο Fox News. 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο site του Foundation for Economic Education – FEE.org

πηγη: Ελεύθερη Αγορά